Με αφορμή μια πρόσφατη επίσκεψή μου στη μαρίνα του Φλοίσβου και συγκεκριμένα στo αρχαίο πλοίο «Κυρήνεια – Ελευθερία» που φυλάσσεται και εκτίθεται εκεί, αποφάσισα να γράψω δύο λόγια για αυτό το σπουδαίο αρχαιολογικό έκθεμα – πείραμα. Το πλοίο αποτελεί το δεύτερο πείραμα της αρχαιολογίας και της ναυπηγικής, προκειμένου να φανούν οι τρόποι, τα υλικά και η τεχνογνωσία των αρχαίων στην ναυπήγηση πλοίων σε σχέση με το σήμερα.

Το πρώτο πειραματικό πλοίο, όπου βασίστηκε το «Κυρήνεια – Ελευθερία» αποκαλείται «Κυρήνεια ΙΙ». Πήρε αυτό το όνομα, λόγω του ότι κατασκευάστηκε βάσει ενός αρχαίου ναυαγίου, που εντοπίστηκε στα νερά της Κυρήνειας της Κύπρου. Το 1965, ένας δύτης, από την Κηρύνεια της Κύπρου, ενώ έψαχνε για σφουγγάρια σε βάθος 30 μέτρων και σε απόσταση περίπου μισού μιλίου από την ακτή, στα βορειοανατολικά του λιμανιού της πόλης, εντόπισε πολλούς αμφορείς.

Η Κυπριακή κυβέρνηση έδωσε άδεια για να ερευνηθεί πιο συστηματικά η περιοχή και η ομάδα των αμερικανών αρχαιολόγων με επικεφαλής τον καθηγητή Michael Katzev, με την οικονομική ενίσχυση αμερικανικών ιδρυμάτων, επέστρεψε στην Κυρήνεια με 40 αρχαιολόγους, μηχανικούς, αυτοδύτες, φωτογράφους κ.α. από 12 χώρες για να ξεκινήσει το έργο της ανασκαφής, μεταφοράς στην επιφάνεια, συντήρησης και έκθεσης των ευρημάτων. Για τη συναρμολόγηση του πλοίου κλήθηκαν ειδικοί σε θέματα ναυπηγικής, με επικεφαλής τον J. Richard Steffy, επίσημο απεσταλμένο της UNESCO, που για περίπου τέσσερα χρόνια προσπαθούσαν, να ταυτίσουν τα κομμάτια και να τα τοποθετήσουν στην σωστή θέση.

Το πλοίο ναυπηγήθηκε, πιθανότατα, το 320-310 π.Χ. και βυθίστηκε έξω από την Κυρήνεια το 295-285 π.Χ. Το αρχαίο καράβι είχε μήκος 14,75m και πλάτος 4,30m και ταξίδευε από τα νησιά του Αιγαίου ή τα παράλια της Ιωνίας και έφτανε μέχρι την Κύπρο και πιθανόν και τη Συρία. Σ’ αυτό βρέθηκαν υπολείμματα τροφών όπως: 1 κομμάτι σκόρδο, 18 κουκούτσια ελιάς και 14,760 σπόροι σύκου. Μέσα στους αμφορείς βρέθηκαν εξαιρετικά καλά διατηρημένα 10.000 αμύγδαλα.

Από τα σκεύη φαγητού που βρέθηκαν στο αρχαίο ναυάγια (4 μικρά πιάτα, 4 ‘κάνθαροι’ για πόση νερού, 4 δοχεία λαδιού και απομεινάρια από 4 ξύλινα κουτάλια) φαίνεται ότι το καράβι είχε πλήρωμα τεσσάρων ατόμων. Το καράβι ήταν εμπορικό και όταν βούλιαξε κουβαλούσε 404 οξυπύθμενους αμφορείς (Ροδιακοί και Σαμιακοί). Επίσης μετέφερε και 29 μυλόπετρες. Βρέθηκαν επίσης μολύβδινα βαρίδια για δίχτυα, σωροί μόλυβδου και σιδήρου που χρησιμοποιούνταν για επιδιορθώσεις, ένας ξύλινος κόπανος, οκτώ μύτες ακοντίων, επτά χάλκινα νομίσματα.

Η μοναδικότητα του καραβιού της Κερύνειας έγκειται στο ότι είναι ίσως το καλύτερα διατηρημένο καράβι του τέλους της κλασικής περιόδου του ελληνικού πολιτισμού που έχει βρεθεί. Μετά από πειράματα που έκαναν οι μελετητές συμπέραναν, ότι το αρχαίο πλοίο με τα σημερινά δεδομένα χαρακτηρίζεται υπερφορτωμένο και σε συνδυασμό με τις δύσκολες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν, πιθανότατα, άνοιξαν τα παλιά μπαλώματα του πλοίου και βυθίστηκε.

Χάρη στις αναερόβιες συνθήκες που υπάρχουν μέσα στο νερό το ξύλο διατηρήθηκε και οδήγησε τόσο τους αρχαιολόγους, όσο και τους καραβομαραγκούς σε κάποια σημαντικά συμπεράσματα. Το πιο σημαντικό από όλα ήταν ότι η δημιουργία ενός πλοίου κατά την αρχαιότητα ακολουθούσε αντίστροφη πορεία από ότι σήμερα. Σήμερα, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα πλοίο, αρχικά κατασκευάζεται ο σκελετός από στραβόξυλα, τα οποία τοποθετούνται πάνω στην καρίνα (τροπίδα) του πλοίου και μετά πάνω στο σκελετό εφαρμόζονται οι σανίδες του πετσώματος (εξωτερική επικάλυψη) πάνω στις πλευρές. Αντίθετα στην αρχαιότητα οι καραβομαραγκοί του πλοίου της «Κυρήνειας» έφτιαξαν σχεδόν ολόκληρο το εξωτερικό κέλυφος πρώτα από σανίδες πεύκου χωρίς να τοποθετήσουν κανένα  εσωτερικό νομέα (δοκός από ξύλο σε καμπύλο σχήμα).

Η μελέτη του υλικού ξεκίνησε το 1981 από το νεοϊδρυθέν Ελληνικό Ινστιτούτο Προστασίας Ναυτικής Παράδοσης (ΕΙΠΝΠ) από το Χάρη Τζάλα και μια ομάδα ιστορικών, αρχαιολόγων, αξιωματικών του Π.Ν, του Λ.Σ του Εμπορικού Ναυτικού, ναυπηγών, ναυτικών εμπειρογνωμόνων, ιστιοπλόων και άλλων. Ένας από τους πρώτους στόχους του Ινστιτούτου ήταν και η κατασκευή ενός πιστού, αντιγράφου (σε φυσικό μέγεθος) του αρχαίου πλοίου της «Κυρήνειας». Αρχικά, ο ναυπηγός Μανώλης Ψάρρος και οι μελετητές διατηρούσαν τις επιφυλάξεις τους για την αρχαία μέθοδο κατασκευής, γνωστή με τον αγγλικό όρο “shell-first”, δηλαδή κατασκευή με πρώτο το πέτσωμα.

Για περίπου 1500 χρόνια δεν είχε τολμήσει κάποιος να κατασκευάσει πλοίο με αυτή την τεχνική. Το γεγονός ότι από το αρχαίο πλοίο της «Κυρήνειας» είχε το 75% της ξυλείας του βοήθησε πολύ τους μελετητές και το ναυπηγό να φτιάξουν το ομοίωμα του αρχαίου πλοίου σε κλίμακα 1:1. Το 1984 το ομοίωμα ήταν έτοιμο, ενώ μετά από μία σειρά δοκιμών έκανε δύο δοκιμαστικά ταξίδια από προς την Κύπρο, με επιστροφή στον Πειραιά.

Τον Ιούνιο του 1985, με την ευκαιρία της ανακήρυξης της Αθήνας σε πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, το πλοίο καθελκύστηκε στο Πέραμα με κάθε επισημότητα. Ένα ιδιαίτερο πρόγραμμα πειραματικής αρχαιολογίας που έμελλε να αφήσει το στίγμα του στα ναυτικά χρονικά της σύγχρονης Ελλάδας είχε υλοποιηθεί. Το «Κυρήνεια ΙΙ», ήταν έτοιμο να φέρει σε πέρας και το δεύτερο μέρος του πειράματος για το οποίο κατασκευάστηκε, να ταξιδέψει από την Ελλάδα στην Κύπρο επαναλαμβάνοντας ίσως μία διαδρομή την οποία το αρχικό πλοίο της Κυρήνειας είχε εκτελέσει αρκετές φορές πριν ναυαγήσει.

Έτσι, στις 6 Σεπτεμβρίου  1986, το «Κερύνεια ΙΙ» απέπλευσε από το Μικρολίμανο με καπετάνιο τον Αντώνη Βασιλειάδη κι άλλα τέσσερα άτομα πλήρωμα. Το ταξίδι ακολούθησε την εξής πορεία: Σούνιο- Κύθνος- Σύρος- Νάξος- Κως- Νίσυρος- Μανδράκι Ρόδου – Καστελλόριζο και στις 2 Οκτωβρίου, μετά από ένα ταξίδι 25 ημερών, κατέπλευσε στον Κόλπο Κοραλλίων της Πάφου. Τη διαδρομή αυτή την κάλυψε σε 25 μέρες.

Στην επιστροφή του, τον Απρίλιο του 1987, με καπετάνιο τον Γλαύκο Καριόλου, κι άλλα τέσσερα άτομα πλήρωμα ακολούθησε την εξής πορεία:. Λεμεσός- Πάφος- Ρόδος- Νίσυρος- Δονούσα (νησί κοντά στη Νάξο)- Σύρος- Κύθνος- Κέα- Σούνιο- Φλέβες- Φάληρο. Η συνολική απόσταση ήταν 520 ναυτικά μίλια. Στο ταξίδι αυτό υπήρξαν αντίξοες καιρικές συνθήκες, το πλοίο υπέστη ζημιές και χρειάστηκαν επισκευές. Αν και το ταξίδι προβλεπόταν να διαρκέσει 15 ημέρες, τελικά διήρκεσε 20 ημέρες. Στη διάρκεια όλων των ταξιδιών, Έλληνες και ξένοι επιστήμονες κατέγραφαν με κάθε λεπτομέρεια τη συμπεριφορά του πλοίου.

Δυστυχώς, ο τρόπος κατασκευής του, αλλά και η φθορά που του επέφερε ο χρόνος δεν του επιτρέπουν σήμερα να συνεχίσει την αποστολή του ταξιδεύοντας στη θάλασσα. Θα συνεχίσει όμως την προσφορά του στον τόπο μας, ως μουσειακό έκθεμα, στο Μουσείο « θάλασσα», στην Αγία Νάπα.

 

Για αυτό το λόγο κατασκευάστηκε το 2002 το «Πλοίο Κυρήνειας – Ελευθερίας», το οποίο και εκτίθεται στη μαρίνα Φλοίσβου, από το Πολιτιστικό Ίδρυμα “Κυρήνεια – Χρυσοκάβα”. Είναι  ένα ομοίωμα του αρχικού πλοίο, το οποίο, όμως, είναι κατασκευασμένο με την σύγχρονη τεχνική, δηλαδή, πρώτα, ο σκελετός και μετά το εξωτερικό κέλυφος. Με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα τον Αύγουστο του 2004, το καράβι προσκλήθηκε για να ταξιδέψει από το αρχαίο λιμάνι της Αμαθούντας στον Πειραιά. Το ταξίδι πραγματοποιήθηκε στις 17 Απριλίου και τελείωσε τις 15 Μάιου 2004. Η διαδρομή περιλάμβανε σταθμούς στην Πάφο, τη Ρόδο, τη Σύμη, την Κω, την Κάλυμνο, τη Λέρο, τους Λειψούς, την Πάτμο, τη Σάμο, τη Χίο, την Τήνο και τη Σύρο. Το νέο καράβι τους, οι Κυρηνειώτες το ονόμασαν « Κυρήνεια -Ελευθερία», σύμβολο ελπίδας για απελευθέρωση της πατρικής γης και επιστροφή στη γενέθλια πόλη της Κυρήνειας.

Leave a Reply